ΟΙ ΓΟΒΕΣ
Εκείνες τις βελούδινες γόβες με τις στρας πόρπες
στις ίριδες των ματιών σου να αστράφτουν
σαν τον έναστρο ουρανό που πάνω του
ένα ένα καρφίτσωνες τα όνειρά σου
είχες πει κάποτε θα τις έκανες δικές σου
ΟΤΑΝ
μια μέρα στις μασχάλες
κάποιου ευυπόληπτου κυρίου
σαν μικρή, ανάλαφρη πεταλουδίτσα
θα φτερούγιζες
ΟΤΑΝ
μια μέρα στο λαιμό
κάποιου ευκατάστατου κυρίου
σαν χοντρή, χρυσή καδένα
θα δενόσουν
ΟΤΑΝ
μια μέρα στα μπράτσα
κάποιου γαλαντόμου κυρίου
σαν πλάστιγγα θα έγερνες την ύπαρξή σου
Όπως όλες εκείνες οi φινετσάτες κυρίες
Όπως όλες εκείνες οi φινετσάτες κυρίες
που σουλατσάρουν τα Κυριακάτικα πρωινά
στην παραλία του Βόλου
κάτω από τα δαντελένια παρασόλια τους
κάτω από τα δαντελένια παρασόλια τους
και τις χαμηλωμένες ρεπούμπλικες
των αξιότιμων κυρίων τους
λίγο πριν πάρουν brunch
στο ρετρό café με τις βιεννέζικες καρέκλες
ιμπρεσσιονιστικές φιγούρες without substance
κακοβγαλμένες από πόστερ του Monet!
των αξιότιμων κυρίων τους
λίγο πριν πάρουν brunch
στο ρετρό café με τις βιεννέζικες καρέκλες
ιμπρεσσιονιστικές φιγούρες without substance
κακοβγαλμένες από πόστερ του Monet!
ΚΑΙ άρδην έφτασε η μέρα
που τα στήθια σου ξεμύτισαν
μικρά ηφαιστειακά νησάκια
αναδυόμενα μέσα από κόκκινες θάλασσες
αναδυόμενα μέσα από κόκκινες θάλασσες
Μάτωσες πολύ για να γίνεις γυναίκα
εν μια νυχτί / εν σάρκα μία
αναμεσίς λεκιασμένα πέπλα
και σφιχτά muget-de-bois
και σφιχτά muget-de-bois
ζυμώθηκες με το πεπρωμένο σου
που τόσο χρόνια καρτερούσες
ΜΑ τις βελούδινες γόβες
δεν τις φόρεσες ποτέ
παρά μόνο στα σκοτωμένα
όνειρα σου που ένα ένα
ξεκόλλαγαν απ' τον ουρανό
και στην ποδιά σου έπεφταν
όνειρα σου που ένα ένα
ξεκόλλαγαν απ' τον ουρανό
και στην ποδιά σου έπεφταν
σαν τα ψίχουλα ψωμιού
που στη χούφτα σου
μάζευες και σκόρπιζες
στους τέσσερις ανέμους
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου