ΜΑΤΩΜΕΝΟ ΜΟΡΑΤΟΡΙΟΥΜ
Ματωμένο μορατόριουμ
σε πόλη ημιθανών κατοίκων
αιμοδιψείς βρικόλακες
βυζαίνουν στα πλαδαρά στήθια
της γηραιάς νύχτας
βυζαίνουν στα πλαδαρά στήθια
της γηραιάς νύχτας
κι ένας νεκρόφιλος ηδονοβλεψίας
σφίγγει τη γροθιά του γύρω από
τη διογκούμενη πείνα του
το ξερατό του σημαδεύει
στα ατσαλένια σκέλια
του νικηφόρου σκότους
βρυχώμενος
περιχαρής
περιχαρής
με μια χαψιά
καταβροχθίζει τη νύχτα
καταβροχθίζει τη νύχτα
ρεύεται το χάος
Domine,miserere nobis
-Incassum-
Domine,miserere nobis
-Incassum-