Η μαυροφορεμένη γυναίκα που καθόταν στον υπολογιστή της μόλις είχε υποστεί ένα μικρό σοκ. Δεν πίστευε σ’ αυτό που έβλεπαν τα μάτια της. Η διεύθυνση που είχε μπροστά της, στα εισερχόμενα του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου της, είχε το δικό του όνομα. Η καρδιά της σταμάτησε να χτυπά για ένα δευτερόλεπτο και μετά άρχισε να μπουμπουνίζει δυνατά σαν τη σόμπα που έκαιγε πυρετωδώς στην κουζίνα του σπιτιού της. Δεν είναι δυνατόν, σκέφτηκε, κάποιο λάθος θα είναι ή κάποια κακόγουστη φάρσα. Ανυπομονούσε να ανοίξει το e-mail αλλά της ήταν αδύνατον να κάνει το απαραίτητο κλικ πάνω στο όνομά του. Τα χέρια της αιωρούνταν πάνω από το πληκτρολόγιο σαν δύο παγωμένες φτερούγες, ανίκανες να κάνουν την παραμικρή κίνηση. Σκέφτηκε, μ΄ ένα ελαφρό τσιμπηματάκι ενοχής, πως λίγο ουισκάκι θα την βοηθούσε να μαζέψει το κουράγιο της. Αφού πρώτα υποσχέθηκε στον εαυτό της να πιει μόνο ένα ποτηράκι και ούτε σταγόνα παραπάνω, σηκώθηκε απρόθυμα από την καρέκλα της και κατευθύνθηκε προς την κουζίνα. Έριξε δύο μεγάλα ξύλα στη σόμπα και μετά ξέθαψε το μπουκάλι ουίσκι που είχε καταχωνιάσει στο ντουλάπι κάτω από το νεροχύτη. Έβαλε μια αρκετά γενναία ποσότητα σ’ ένα χαμηλό ποτήρι και κρατώντας στο ένα χέρι τη μπουκάλα και στο άλλο χέρι το ποτήρι, επέστρεψε στο μεγάλο, ξύλινο τραπέζι με τα σκαλιστά λιονταρίσια ποδιά που αυτός, αυτός που τώρα την έψαχνε μέσα από την οθόνη του υπολογιστή της, είχε αγοράσει πριν πολλά χρόνια. Ήταν το μοναδικό έπιπλο που είχε κρατήσει. Έφερε το ποτήρι στα χείλη της και άνοιξε το play list στο youtube με τα αγαπημένα της Γαλλικά τραγούδια. Πάτησε το Play all και αμέσως το δωμάτιο πλημμύρισε με την υπέροχη, βελούδινη φωνή του Charles Asnavour. Je vous parle d ´un temps ...Que les moins de vingt ans ... Ne peuvent pas connaitre ... Monmatre en ce temps la ...
Έκλεισε τα μάτια της και μπροστά της είδε τη Μονμάρτη: τις ανθισμένες πασχαλιές, τους περιπλανώμενους ζωγράφους με τα καβαλέτα τους, τα γραφικά σοκάκια με τα ρετρό φαναράκια να κρέμονται από τους πολύχρωμους τοίχους, τα όμορφα bistro και καφέ με τα στρόγγυλα, κομψά τραπεζάκια τους έξω στα σκιερά πεζοδρόμια. Είδε τον καθεδρικό ναό της Sacre Coeur να ορθώνεται επιβλητικά σαν άγρυπνος φρουρός πάνω από το Παρίσι που σαν παραδομένη ερωμένη άπλωνε τα κάλλη της μέχρι τον καταγάλανο ορίζοντα. Είδε τον Χαμίντ να την κρατάει από το χέρι, να την σφίγγει κοντά του, να ραίνει το κεφάλι της με φιλιά. Ήταν και οι δύο είκοσι χρονών και τρελά ερωτευμένοι. La boheme … La boheme … Ca voulait dire on a vingt ans … La bohème … la bohème…Et nous vivions de l´air du temps ...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου